Ψηφιακό σχολείο

Ψηφιακό σχολείο
κλικ στην εικόνα

Πρόγραμμα

Πρόγραμμα
κάντε κλικ στην εικόνα για καθήκοντα

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

αναφορικές προτάσεις


http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/anaforikes-protaseis-Nea-Ellinika.htm

 Αναφορικές προτάσεις

Είναι οι δευτερεύουσες προτάσεις που εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες (που, όποιος, ο οποίος, όσος, ό,τι) και αναφορικά επιρρήματα (όπου, που, όπως, πως, όσο, καθώς, σαν, ωσάν) και προσδιορίζουν κάποιο όρο μιας άλλης πρότασης.

Κατηγορίες αναφορικών προτάσεων:

1)        Με βάση τον όρο που προσδιορίζουν διακρίνονται σε:

Ø Ονοματικές: εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες και προσδιορίζουν έναν ονοματικό όρο μιας άλλης πρότασης και κατ’ επέκταση έχουν συντακτική θέση ονοματικού προσδιορισμού, ενδέχεται δηλαδή να είναι υποκείμενο, κατηγορούμενο, αντικείμενο, επιθετικός προσδιορισμός ή ετερόπτωτος προσδιορισμός. Στην περίπτωση αυτή διακρίνονται σε:  
·         Ελεύθερες ονοματικές, οι οποίες εισάγονται με τις αναφορικές αντωνυμίες όποιος, όσος, ό,τι, οποιοσδήποτε, οσοσδήποτε, οτιδήποτε και έχουν συντακτική θέση υποκειμένου ή αντικειμένου ή κατηγορούμενου (σπανιότερα) του ρήματος από το οποίο εξαρτάται.
Π.χ. «Ό,τι δε με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό.»
(Η δευτερεύουσα αναφορική πρόταση «ό,τι δε με σκοτώνει» είναι ελεύθερη ονοματική και λειτουργεί ως υποκείμενο στο ρήμα της κύριας «κάνει»).


·         Επιθετικές ονοματικές, οι οποίες εισάγονται με τις αναφορικές αντωνυμίες ο οποίος, που (ο οποίος) και έχουν συντακτική θέση επιθετικού προσδιορισμού στη λέξη-όρο που αναφέρονται.
Π.χ. «Επέστρεψε ο αδερφός μου, ο οποίος έλειπε σε διακοπές»

·         Υπάρχουν όμως και ονοματικές αναφορικές προτάσεις που περιέχουν και άρα δηλώνουν κάποια επιρρηματική έννοια, όπως αιτία, αποτέλεσμα, σκοπό, προϋπόθεση, εναντίωση ή παραχώρηση.
Π.χ. «Αναζητούμε κάποιον που να είναι τολμηρός.»
(Η δευτερεύουσα αναφορική πρόταση «που να είναι τολμηρός» είναι μεν ονοματική αλλά λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού).

                       
Ø Επιρρηματικές: εισάγονται με αναφορικά επιρρήματα ή άλλους αναφορικούς επιρρηματικούς προσδιορισμούς (που, όπου, όπως, καθώς, όσο κ.λπ.) και προσδιορίζουν ή το ρήμα ή ένα επίρρημα ή έναν άλλο επιρρηματικό προσδιορισμό της πρότασης από την οποία εξαρτώνται και ως εκ τούτου έχουν συντακτική θέση επιρρηματικού προσδιορισμού, που δηλώνουν αναφορά σε συνδυασμό και με άλλες επιρρηματικές σχέσεις, όπως τόπο, χρόνο, τρόπο, ποσό, συμφωνία, εναντίωση ή παραχώρηση, παραβολή/παρομοίωση. 
Π.χ. «θα πάω όπου μου πεις.».
(Η δευτερεύουσα αναφορική πρόταση «όπου μου πεις» είναι επιρρηματική και λειτουργεί ως αναφορικός επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει τόπο).


2)        Με βάση τη θέση τους στο νοηματικό πλαίσιο του λόγου διακρίνονται σε:

Ø Προσδιοριστικές: όταν είναι αναγκαίοι προσδιορισμοί στον όρο που προσδιορίζουν, δηλαδή είναι απαραίτητα συμπληρώματα για την κατανόηση του όρου αυτού, οπότε δεν μπαίνει και κόμμα στο γραπτό λόγο ή δε γίνεται παύση στον προφορικό.
Π.χ. «Η γυναίκα που αγάπησα με εγκατέλειψε.».

Ø Παραθετικές/προσθετικές: όταν δεν είναι απαραίτητα συμπληρώματα για την κατανόηση του όρου που προσδιορίζουν και απλώς παραθέτουν κάποιο επιπλέον στοιχείο σε αυτόν, οπότε και έχουμε πριν από αυτές κόμμα στο γραπτό λόγο και παύση στον προφορικό.
Π.χ. «Ο Γιάννης, που ήταν πραγματικός φίλος, με στήριξε.»

Σημείωση: Ενδέχεται η ίδια αναφορική πρόταση να είναι προσδιοριστική ή παραθετική ανάλογα με το νόημα που θέλουμε να της προσδώσουμε.
Π.χ. 1ο : «Πέταξαν τα ροδάκινα που είχαν σαπίσει.» (προσδιοριστική: πέταξαν όσα από τα ροδάκινα είχαν σαπίσει)

Π.χ. 2ο : «Πέταξαν τα ροδάκινα, που είχαν σαπίσει.» (παραθετική: όλα τα ροδάκινα είχαν σαπίσει και τα πέταξαν).


Υπάρχουν ρήματα στη γλώσσα μας που κατά την κλίση τους και τον σχηματισμό κάποιων χρόνων τους έχουν ορισμένους τύπους όμοιους με αυτούς των αρχαίων ελληνικών.
Τα ρήματα αυτά είναι κατά κανόνα σύνθετα, με α΄ συνθετικό πρόθεση (ανά, από, εκ, εν, επί, παρά, συν κ.α.) και β΄ συνθετικό αρχαιοελληνικά ρήματα όπως τα: άγω (= οδηγώ, φέρνω), βαίνω (= βαδίζω, πορεύομαι), δεικνύω-δείκνυμι (=δείχνω, φανερώνω), λαμβάνω (= παίρνω, πιάνω).
π.χ.:
► συμβαίνω, αποβαίνω, επιβαίνω (συν + από + επί + βαίνω) κ.α. που σχηματίζονται στο γ΄ ενικό πρόσωπο αορίστου με βάση τα αρχαία ελληνικά ( βαίνω → αόριστος: έβην ): συνέβη-απέβη- επενέβη κ.α.
► εισάγω- αποδεικνύω- συλλαμβάνω κ.α. που σχηματίζουν το γ΄ενικό πρόσωπο του παθητικού αορίστου σύμφωνα με τα αρχαία ελληνικά.
εισάγομαι (εις + άγομαι [παθητικός αόριστος  στα αρχαία ελληνικά : ήχθην]) → εισήχθη.
αποδεικνύομαι (από + δεικνύομαι [παθητικός αόριστος στα αρχαία ελληνικά : εδείχθην]) → απεδείχθη.
συλλαμβάνομαι ( συν + λαμβάνομαι [παθητικός αόριστος στα αρχαία ελληνικά : ελήφθην]) → συνελήφθη.

Άλλα ρήματα που σχηματίζονται με λόγια κλίση είναι τα: υφίσταμαιυπέστη, επιτίθεμαιεπετέθη, επιβάλλομαιεπεβλήθη, αφίεμαιαφέθη, στέλνομαιεστάλη, συντρίβομαι →  συνετρίβη, συνίσταμαισυνεστάθη  κ συνέστη (μέσος αόριστος) κ.α.  




ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1)  Να συμπληρώσεις τα κενά των προτάσεων βάζοντας το κατάλληλο ρήμα από την παρένθεση στο σωστό τύπο του αορίστου: ( συντρίβομαι, καταλαμβάνομαι, συμβαίνει, αντιλαμβάνομαι, υφίσταμαι, προσάγομαι, επιτίθεμαι, απάγομαι, καθίσταμαι, στέλνομαι, παρεμβαίνω, αποβαίνω, αναδεικνύομαι)
• Τι …………… και άλλαξες γνώμη τόσο γρήγορα;
• Ένας άγνωστος άντρας ……………. στον Αντώνη και ήταν έτοιμοι να πιαστούν στα χέρια. Ευτυχώς …………………. Οι ψυχραιμότεροι και η παρεξήγηση λύθηκε.
• Το αεροπλάνο……………. πέφτοντας στην πλαγιά του βουνού.
• Δεν ……………. δυνατό να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις.
• Οι συλληφθέντες …………….. στον εισαγγελέα και στη συνέχεια οδηγήθηκαν στην ασφάλεια.
• Όταν στέλνουμε μήνυμα μέσω του κινητού τηλεφώνου, εμφανίζεται στην οθόνη η ένδειξη << μήνυμα ……………. >>.
• Το τροχαίο …………… μοιραίο για τον οδηγό του αυτοκινήτου, που δεν ……………… έγκαιρα τον κίνδυνο.
• Ο επιχειρηματίας ……………….. από πανικό μόλις έμαθε πως τα μέλη της οικογένειάς του ………………….. από τρομοκράτες.
• Ο παίχτης που έβαλε το γκόλ …………… ο καλύτερος παίχτης του αγώνα.
•  Ο ταμίας της τράπεζας ………………. Βλέποντας το ληστή να τον σημαδεύει με το όπλο.