Το υλικό και οι πληροφορίες που αναρτώνται στην παρούσα ιστοσελίδα αποσκοπούν στην ενημέρωση και επικοινωνία της σχολικής κοινότητας, χωρίς καμία πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης.
Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014
Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014
Επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα(Αλαμάνα)-Μάθημα από τις πηγές
Πηγή 1
Αλέξανδρος Ησαίας, ζωγραφική απεικόνιση της μάχης της Αλαμάνας, Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Το μνημείο του Διάκου στη γέφυρα της Αλαμάνας, όπου σουβλίστηκε από τους Τούρκους
Πηγή 2
Πηγή 3
Δημήτριος Σ. Λουκᾶτος - Τὰ Πρῶτα Τραγουδήματα τοῦ Εἰκοσιένα
α) Το κείμενο
(βλ. Fauriel ΙΙ 34-36, ελλ. έκδ. σ. 212-3)
Πολλή μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα,
καν ο Καλύβας έρχεται, καν ο Λεβεντογιάννης.
-Ουδ’ ο Καλύβας έρχεται, ουδ’ ο Λεβεντογιάννης,
Ομέρ-Βρυώνης πλάκωσε με δεκοχτώ χιλιάδες.
Ο Διάκος σαν τ’αγρίκησε, πολύ του κακοφάνη,
ψιλή φωνή ν’ εσήκωσε, τον πρώτο του φωνάζει:
- Το στράτευμά μου (1) σύναξε, μάσε τα παληκάρια,
δωσ’ τους μπαρούτη περισσή και βόλια με τις φούχτες
γλήγορα και να πιάσωμε (2) κάτω στην Αλαμάνα,
όπου ταμπούρια δυνατά έχει (3) και μετερίζια.
Επήραν τ’ αλαφρά (4) σπαθιά και τα βαριά τουφέκια,
στην Αλαμάναν’ έφτασαν κι’ έπιασαν τα ταμπούρια.
-Καρδιά, παιδιά μου, φώναξε (5), παιδιά μη φοβηθήτε,
ανδρεία (6) ωσάν Έλληνες, ωσάν Γραικοί σταθήτε!
Εκείνοι εφοβήθηκαν (7) κι’ εσκόρπισαν στους λόγγους.
Έμειν’ ο Διάκος στη φωτιά (8) με δεκοχτώ λεβέντες,
τρεις ώρες επολέμαε με δεκοχτώ χιλιάδες.
Σκίστηκε το τουφέκι του κι’ εγίνηκε κομμάτια,
και το σπαθί του έσυρε και στη φωτιά ν’ εμπήκε,
έκοψε Τούρκους άπειρους κι’ εφτά μπουλουκμπασάδες.
Πλην το σπαθί του έσπασε ν’απάν’ από τη χούφτα (9)
κι’ έπεσ’ ο Διάκος ζωντανός εις των εχθρών τα χέρια.
Χίλιοι τον πήραν απ’ εμπρός και δυο χιλιάδες πίσω.
Κι’ [ο] Ομέρ Βριώνης μυστικά στο δρόμο τον ερώτα:
- Γένεσαι Τούρκος, Διάκο μου, την πίστη σου ν’ αλλάξης,
να προσκυνάς εις το τζαμί, την εκκλησιά ν’ αφήσης,
Κι’ εκείνος τ’ απεκρίθηκε και με θυμό του λέει:
-Πάτε κι’ εσείς και’ η πίστη σας, μουρτάτες να χαθήτε,
εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θελ’ απεθάνω. (10)
Αν θέλετε χίλια φλωριά και χίλιους μαχμουτιέδες,
μόνο πέντ’ έξι ημερών (11) ζωή να μου χαρίστε,
όσο να φτάσ’ ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βάγιας.
Σαν τ’ άκουσ’ ο Χαλίλμπεης με δάκρυα φωνάζει:
-Χίλια πουγγιά σας δίνω ’γω κι’ ακόμα πεντακόσια,
το Διάκο να χαλάσετε, το φοβερό τον κλέφτη,
ότι (12) θα σβήση την Τουρκιά και όλο το Δοβλέτι. (13)
Το Διάκο τον επήρανε και στο σουβλί τον βάλαν,
Ολόρθο τον εστήσανε, κι’ αυτός χαμογελούσε.
Την πίστη τους τους έβριζε, τους έλεγε μουρτάτες.
- Εμέν’ αν εσουβλίσετε (14), ένας Γραικός εχάθη,
ας είν’ καλά ο Οδυσσεύς κι’ ο καπιτάν Νικήτας,
αυτοί θα κάψουν την Τουρκιά κι’ όλο σας το Δοβλέτι.
(*) Μπουλουκμπασήδες: Ομαδάρχες στρατολογημένων, διοικητές μπουλουκιών, Μαχμουτιέδες: χρυσά νομίσματα επί Σουλτάνου Μαχμούτ Α΄, Χαλήλμπεης, ή Χαλίλ Μπέης: Τούρκος έμπορος της Λαμίας, Δοβλέτι, ή Ντοβλέτι: Κράτος, κυβέρνηση (εκ της αραβικής), Καπετάν Νικήτας: Ο Νικηταράς, εκ του στίχου αυτού διαφαίνεται ότι το τραγούδι συντάχθηκε τουλάχιστον μετά από δύο μήνες όπου πράγματι ο Νικηταράς πέρασε ηγούμενος Πελοποννησίων στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα.
Πηγή 4
Πηγή 5
Αλέξανδρος Ησαίας, ζωγραφική απεικόνιση της μάχης της Αλαμάνας, Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Το μνημείο του Διάκου στη γέφυρα της Αλαμάνας, όπου σουβλίστηκε από τους Τούρκους
Πηγή 2
Επιστολή του Οδυσσέα Ανδρούτσου προς τους κατοίκους του Γαλαξιδίου, 22 Μαρτίου 1821
«Αγαπημένοι μου Γαλαξιδιώτες,
Ήταν βέβαια γραμμένα από τον Θεό να πάρουμε τα άρματα μια μέρα και να ορμήξουμε στους τυράννους μας, που τόσα χρόνια χωρίς έλεος μας τυραννούν. Τι τη θέλουμε, αδέλφια, αυτή την πολυπικραμένη ζωή, να ζούμε κάτω από τη σκλαβιά και το σπαθί του Τούρκου να ακονίζεται στα κεφάλια μας; Δεν βλέπετε που τίποτε δεν μας απόμεινε; Οι εκκλησίες μας έγιναν τζαμιά και στάβλοι των Τούρκων. Κανένας δεν μπορεί να πει πως έχει κάτι δικό του, γιατί το πρωί βρίσκεται φτωχός σαν ζητιάνος στο δρόμο, οι οικογένειές μας και τα παιδιά μας βρίσκονται στα χέρια και στην κρίση των Τούρκων. Τίποτε, αδέλφια, δεν μας έμεινε, δεν είναι λοιπόν σωστό να σταυρώσουμε τα χέρια και να κοιτάμε τον ουρανό. Ο Θεός μας έδωσε χέρια, γνώση και νου. ας ρωτήσουμε την καρδιά μας και ας πράξουμε γρήγορα ό,τι μας απαντήσει και ας είμαστε αδέλφια βέβαιοι πως ο πολυαγαπημένος μας Χριστός θα μας προστατεύσει. Ό,τι είναι να κάνουμε θα πρέπει να το κάνουμε μια ώρα γρηγορότερα, γιατί ύστερα θα χτυπάμε τα κεφάλια μας».
Ήταν βέβαια γραμμένα από τον Θεό να πάρουμε τα άρματα μια μέρα και να ορμήξουμε στους τυράννους μας, που τόσα χρόνια χωρίς έλεος μας τυραννούν. Τι τη θέλουμε, αδέλφια, αυτή την πολυπικραμένη ζωή, να ζούμε κάτω από τη σκλαβιά και το σπαθί του Τούρκου να ακονίζεται στα κεφάλια μας; Δεν βλέπετε που τίποτε δεν μας απόμεινε; Οι εκκλησίες μας έγιναν τζαμιά και στάβλοι των Τούρκων. Κανένας δεν μπορεί να πει πως έχει κάτι δικό του, γιατί το πρωί βρίσκεται φτωχός σαν ζητιάνος στο δρόμο, οι οικογένειές μας και τα παιδιά μας βρίσκονται στα χέρια και στην κρίση των Τούρκων. Τίποτε, αδέλφια, δεν μας έμεινε, δεν είναι λοιπόν σωστό να σταυρώσουμε τα χέρια και να κοιτάμε τον ουρανό. Ο Θεός μας έδωσε χέρια, γνώση και νου. ας ρωτήσουμε την καρδιά μας και ας πράξουμε γρήγορα ό,τι μας απαντήσει και ας είμαστε αδέλφια βέβαιοι πως ο πολυαγαπημένος μας Χριστός θα μας προστατεύσει. Ό,τι είναι να κάνουμε θα πρέπει να το κάνουμε μια ώρα γρηγορότερα, γιατί ύστερα θα χτυπάμε τα κεφάλια μας».
(Απόδοση στα νέα ελληνικά)
Με βάση την Πηγή 1, ποια επιχειρήματα χρησιμοποιεί ο Οδυσσέας Ανδρούτσος στην προσπάθειά του να εμψυχώσει τους κατοίκους του Γαλαξιδίου;
Πηγή 3
Δημήτριος Σ. Λουκᾶτος - Τὰ Πρῶτα Τραγουδήματα τοῦ Εἰκοσιένα
(Κείμενα ἀπὸ τὸν Φλωριέλ)
Ἀπὸ περ. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, Ἀφιέρωμα στὸ ’21, Χριστούγεννα 1970, Νο 1043 σσ. 246-59
Ι. Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΚΟΥα) Το κείμενο
(βλ. Fauriel ΙΙ 34-36, ελλ. έκδ. σ. 212-3)
Πολλή μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα,
καν ο Καλύβας έρχεται, καν ο Λεβεντογιάννης.
-Ουδ’ ο Καλύβας έρχεται, ουδ’ ο Λεβεντογιάννης,
Ομέρ-Βρυώνης πλάκωσε με δεκοχτώ χιλιάδες.
Ο Διάκος σαν τ’αγρίκησε, πολύ του κακοφάνη,
ψιλή φωνή ν’ εσήκωσε, τον πρώτο του φωνάζει:
- Το στράτευμά μου (1) σύναξε, μάσε τα παληκάρια,
δωσ’ τους μπαρούτη περισσή και βόλια με τις φούχτες
γλήγορα και να πιάσωμε (2) κάτω στην Αλαμάνα,
όπου ταμπούρια δυνατά έχει (3) και μετερίζια.
Επήραν τ’ αλαφρά (4) σπαθιά και τα βαριά τουφέκια,
στην Αλαμάναν’ έφτασαν κι’ έπιασαν τα ταμπούρια.
-Καρδιά, παιδιά μου, φώναξε (5), παιδιά μη φοβηθήτε,
ανδρεία (6) ωσάν Έλληνες, ωσάν Γραικοί σταθήτε!
Εκείνοι εφοβήθηκαν (7) κι’ εσκόρπισαν στους λόγγους.
Έμειν’ ο Διάκος στη φωτιά (8) με δεκοχτώ λεβέντες,
τρεις ώρες επολέμαε με δεκοχτώ χιλιάδες.
Σκίστηκε το τουφέκι του κι’ εγίνηκε κομμάτια,
και το σπαθί του έσυρε και στη φωτιά ν’ εμπήκε,
έκοψε Τούρκους άπειρους κι’ εφτά μπουλουκμπασάδες.
Πλην το σπαθί του έσπασε ν’απάν’ από τη χούφτα (9)
κι’ έπεσ’ ο Διάκος ζωντανός εις των εχθρών τα χέρια.
Χίλιοι τον πήραν απ’ εμπρός και δυο χιλιάδες πίσω.
Κι’ [ο] Ομέρ Βριώνης μυστικά στο δρόμο τον ερώτα:
- Γένεσαι Τούρκος, Διάκο μου, την πίστη σου ν’ αλλάξης,
να προσκυνάς εις το τζαμί, την εκκλησιά ν’ αφήσης,
Κι’ εκείνος τ’ απεκρίθηκε και με θυμό του λέει:
-Πάτε κι’ εσείς και’ η πίστη σας, μουρτάτες να χαθήτε,
εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θελ’ απεθάνω. (10)
Αν θέλετε χίλια φλωριά και χίλιους μαχμουτιέδες,
μόνο πέντ’ έξι ημερών (11) ζωή να μου χαρίστε,
όσο να φτάσ’ ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βάγιας.
Σαν τ’ άκουσ’ ο Χαλίλμπεης με δάκρυα φωνάζει:
-Χίλια πουγγιά σας δίνω ’γω κι’ ακόμα πεντακόσια,
το Διάκο να χαλάσετε, το φοβερό τον κλέφτη,
ότι (12) θα σβήση την Τουρκιά και όλο το Δοβλέτι. (13)
Το Διάκο τον επήρανε και στο σουβλί τον βάλαν,
Ολόρθο τον εστήσανε, κι’ αυτός χαμογελούσε.
Την πίστη τους τους έβριζε, τους έλεγε μουρτάτες.
- Εμέν’ αν εσουβλίσετε (14), ένας Γραικός εχάθη,
ας είν’ καλά ο Οδυσσεύς κι’ ο καπιτάν Νικήτας,
αυτοί θα κάψουν την Τουρκιά κι’ όλο σας το Δοβλέτι.
(*) Μπουλουκμπασήδες: Ομαδάρχες στρατολογημένων, διοικητές μπουλουκιών, Μαχμουτιέδες: χρυσά νομίσματα επί Σουλτάνου Μαχμούτ Α΄, Χαλήλμπεης, ή Χαλίλ Μπέης: Τούρκος έμπορος της Λαμίας, Δοβλέτι, ή Ντοβλέτι: Κράτος, κυβέρνηση (εκ της αραβικής), Καπετάν Νικήτας: Ο Νικηταράς, εκ του στίχου αυτού διαφαίνεται ότι το τραγούδι συντάχθηκε τουλάχιστον μετά από δύο μήνες όπου πράγματι ο Νικηταράς πέρασε ηγούμενος Πελοποννησίων στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα.
Πηγή 4
Πηγή 5
του Αθανασίου Διάκου
Τρία πουλάκια κάθουνταν ψηλά στη Χαλκουμάτα.
Το 'να τηράει τη Λειβαδιά και τ' άλλο το Ζητούνι,
το τρίτο το καλύτερο μοιρολογάει και λέει:
-Πολλή μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα.
Μην' ο Καλύβας έρχεται, μην' ο Λεβεντογιάννης;
-Νουδ' ο Καλύβας έρχεται νουδ' ο Λεβεντογιάννης.
Ομέρ Βρυώνης πλάκωσε με δεκαοχτώ χιλιάδες.
Το 'να τηράει τη Λειβαδιά και τ' άλλο το Ζητούνι,
το τρίτο το καλύτερο μοιρολογάει και λέει:
-Πολλή μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα.
Μην' ο Καλύβας έρχεται, μην' ο Λεβεντογιάννης;
-Νουδ' ο Καλύβας έρχεται νουδ' ο Λεβεντογιάννης.
Ομέρ Βρυώνης πλάκωσε με δεκαοχτώ χιλιάδες.
Ο Διάκος σαν τ' αγροίκησε πολύ του κακοφάνη.
Ψηλή φωνή εσήκωσε, τον πρώτο του φωνάζει.
«Τον ταϊφά μου σύναξε, μάσε τα παλληκάρια,
δώσ' τους μπαρούτη περισσή και βόλια με τις χούφτες,
γλήγορα για να πιάσουμε κάτω στην Αλαμάνα,
που 'ναι ταμπούρια δυνατά κι όμορφα μετερίζια».
Ψηλή φωνή εσήκωσε, τον πρώτο του φωνάζει.
«Τον ταϊφά μου σύναξε, μάσε τα παλληκάρια,
δώσ' τους μπαρούτη περισσή και βόλια με τις χούφτες,
γλήγορα για να πιάσουμε κάτω στην Αλαμάνα,
που 'ναι ταμπούρια δυνατά κι όμορφα μετερίζια».
Παίρνουνε τ' αλαφριά σπαθιά και τα βαριά τουφέκια,
στην Αλαμάνα φτάνουνε και πιάνουν τα ταμπούρια.
«Καρδιά, παιδιά μου» φώναξε, «παιδιά μη φοβηθείτε,
σταθείτε αντρειά σαν Έλληνες και σα Γραικοί σταθείτε».
στην Αλαμάνα φτάνουνε και πιάνουν τα ταμπούρια.
«Καρδιά, παιδιά μου» φώναξε, «παιδιά μη φοβηθείτε,
σταθείτε αντρειά σαν Έλληνες και σα Γραικοί σταθείτε».
Ψιλή βροχούλαν έπιασε κι ένα κομμάτι αντάρα,
τρία γιουρούσιαν έκαμαν, τα τρία αράδα αράδα.
Eμεινε ο Διάκος στη φωτιά με δεκαοχτώ λεβέντες.
Τρεις ώρες επολέμαε με δεκαοχτώ χιλιάδες.
Βουλώσαν τα κουμπούρια του κι ανάψαν τα τουφέκια,
κι ο Διάκος εξεσπάθωσε και στη φωτιά χουμάει.
Ξήντα ταμπούρια χάλασε κι εφτά μπουλουκμπασήδες,
και το σπαθί του κόπηκε ανάμεσα απ' τη χούφτα
και ζωντανό τον έπιασαν και στον πασά τον πάνουν.
Χίλιοι τον παν από μπροστά και χίλιοι από κατόπι.
τρία γιουρούσιαν έκαμαν, τα τρία αράδα αράδα.
Eμεινε ο Διάκος στη φωτιά με δεκαοχτώ λεβέντες.
Τρεις ώρες επολέμαε με δεκαοχτώ χιλιάδες.
Βουλώσαν τα κουμπούρια του κι ανάψαν τα τουφέκια,
κι ο Διάκος εξεσπάθωσε και στη φωτιά χουμάει.
Ξήντα ταμπούρια χάλασε κι εφτά μπουλουκμπασήδες,
και το σπαθί του κόπηκε ανάμεσα απ' τη χούφτα
και ζωντανό τον έπιασαν και στον πασά τον πάνουν.
Χίλιοι τον παν από μπροστά και χίλιοι από κατόπι.
Κι ο Ομέρ Βρυώνης μυστικά στο δρόμο τον ερώτα:
«Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου, την πίστη σου ν' αλλάξεις,
να προσκυνήσεις στο τζαμί, την εκκλησιά ν' αφήσεις;»
Κι εκείνος τ' αποκρίθηκε και στρίφτει το μουστάκι:
«Πάτε κι εσείς κι η πίστη σας, μουρτάτες να χαθείτε!
Εγώ Γραικός γεννήθηκα Γραικός θε ν' αποθάνω.
Α, θέλετε χίλια φλωριά και χίλιους μαχμουτιέδες
μόνον εφτά μερών ζωή θέλω να μου χαρίστε,
όσο να φτάσει ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βόγιας»
Σαν τ' άκουσε ο Χαλίλμπεης, αφρίζει και φωνάζει:
«Χίλια πουγκιά σας δίνω γω κι ακόμα πεντακόσια,
το Διάκο να χαλάσετε, το φοβερό τον κλέφτη,
γιατί θα σβήσει τη Τουρκιά κι όλο μας το ντοβλέτι».
«Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου, την πίστη σου ν' αλλάξεις,
να προσκυνήσεις στο τζαμί, την εκκλησιά ν' αφήσεις;»
Κι εκείνος τ' αποκρίθηκε και στρίφτει το μουστάκι:
«Πάτε κι εσείς κι η πίστη σας, μουρτάτες να χαθείτε!
Εγώ Γραικός γεννήθηκα Γραικός θε ν' αποθάνω.
Α, θέλετε χίλια φλωριά και χίλιους μαχμουτιέδες
μόνον εφτά μερών ζωή θέλω να μου χαρίστε,
όσο να φτάσει ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βόγιας»
Σαν τ' άκουσε ο Χαλίλμπεης, αφρίζει και φωνάζει:
«Χίλια πουγκιά σας δίνω γω κι ακόμα πεντακόσια,
το Διάκο να χαλάσετε, το φοβερό τον κλέφτη,
γιατί θα σβήσει τη Τουρκιά κι όλο μας το ντοβλέτι».
Το Διάκο τότε παίρνουνε και στο σουβλί τον βάζουν.
Ολόρτο τον εστήσανε κι αυτός χαμογελούσε,
την πίστη τους τούς ύβριζε, τους έλεγε μουρτάτες:
«Σκυλιά, κι α' με σουβλίσετε ένας Γραικός εχάθη.
Ας είναι ο Οδυσσεύς καλά και ο καπετάν Νικήτας,
που θα σας σβήσουν την Τουρκιά κι όλο σας το ντοβλέτι.
Ολόρτο τον εστήσανε κι αυτός χαμογελούσε,
την πίστη τους τούς ύβριζε, τους έλεγε μουρτάτες:
«Σκυλιά, κι α' με σουβλίσετε ένας Γραικός εχάθη.
Ας είναι ο Οδυσσεύς καλά και ο καπετάν Νικήτας,
που θα σας σβήσουν την Τουρκιά κι όλο σας το ντοβλέτι.
Από το Μουσείο του Διάκου http://www.athanasios-diakos-museum.gr/
Ο Διάκος στην Τέχνη:
Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014
επανάσταση στην Πελοπόννησο
Πηγή Α΄
Άιντε μωρ’ Δεροπολίτισσα μωρ’ καημένη,
άιντε μωρ’ Δεροπολίτισσα ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Σύ σαν πας στην εκκλησιά μωρ’ καημένη,
σύ σαν πας στην εκκλησιά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Άιντε με λαμπάδες με κεριά μωρ’ καημένη,
άιντε με λαμπάδες με κεριά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Ωρε για προσκύνα και για μας μωρ’ καημένη,
ωρε για προσκύνα και για μας ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Άιντε και για μας τους Χριστιανους μωρ’ καημενη,
άιντε και για μας τους Χριστιανους ζη μωρ’ ζηλεμενη
Μην μας σφάξει η Τουρκιά μωρ’ καημένη,
μην μας σφάξει η Τουρκιά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Σαν τ’ αρνια της Πασχαλιάς μωρ’ καημένη,
σαν τ’ αρνιά της Πασχαλιάς ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Στίχοι:
Παραδοσιακό
Μουσική:
Παραδοσιακό
Περιοχή:
Βόρεια ΉπειροςΆιντε μωρ’ Δεροπολίτισσα μωρ’ καημένη,
άιντε μωρ’ Δεροπολίτισσα ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Σύ σαν πας στην εκκλησιά μωρ’ καημένη,
σύ σαν πας στην εκκλησιά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Άιντε με λαμπάδες με κεριά μωρ’ καημένη,
άιντε με λαμπάδες με κεριά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Ωρε για προσκύνα και για μας μωρ’ καημένη,
ωρε για προσκύνα και για μας ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Άιντε και για μας τους Χριστιανους μωρ’ καημενη,
άιντε και για μας τους Χριστιανους ζη μωρ’ ζηλεμενη
Μην μας σφάξει η Τουρκιά μωρ’ καημένη,
μην μας σφάξει η Τουρκιά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Σαν τ’ αρνια της Πασχαλιάς μωρ’ καημένη,
σαν τ’ αρνιά της Πασχαλιάς ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Το τραγούδι είναι ένα μοιρολόι το οποίο αναφέρεται στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και στους βίαιους εξισλαμισμούς και τις κακουχίες που υπέστη ο Ελληνισμός από τιςοθωμανικές πολιτικές στην περιοχή.[1] Οι ερευνητές του 19ου αιώνα, Παναγιώτης Αραβαντινός και Κωνσταντίνος Σάθας, πιστεύουν ότι αναφέρεται σε εξέγερση του 1565 και στις τραγικές συνέπειες που είχε η αποτυχία της. Κατά τους Ν. Παπαδόπουλο και Α. Μαμμόπουλο το τραγούδι χρονικά πρέπει να τοποθετηθεί στην περίοδο 1600-1700. Υπάρχουν αρκετές παραλλαγές του τραγουδιού, όπως αυτές που παρουσιάζονται από τον Αραβαντινό, τον Α. Παπακώστα και τον Ν. Πατσέλη. Η Δεροπολίτισσα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από τον Αθανάσιο Πετρίδη (Νεοελληνικά Ανάλεκτα Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού, Α' 1870, σελ. 74 - 75), με μικρές παραλλαγές από το σημερινό τραγούδι.[2]
Η Δεροπολίτισσα αποτελεί αντιπροσωπευτικό τραγούδι της Δρόπολης, περιοχής κοντά στο Αργυρόκαστρο. Τραγουδιέται όμως από όλες τις ελληνικές κοινότητες που ζουν στην ευρύτερη περιοχή της Βόρειας Ηπείρου, αλλά και στην Ελλάδα, στο χωριό Κτίσματα, Πωγωνίου, κοντά στην ελληνοαλβανική μεθόριο.[1]
Πηγή Β΄
Ο Δημήτριος Υψηλάντης (1794 – 5 Αυγούστου 1832) ήταν στρατιωτικός και αγωνιστής της επανάστασης του 1821.
Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, δραγουμάνου του Τουρκικού στόλου και γόνου εύπορης και ισχυρής Φαναριώτικης οικογένειας. Αδελφός του ήταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Στάλθηκε στην Γαλλία για να σπουδάσει σε στρατιωτικές σχολές και στη συνέχεια κατατάχθηκε στην αυτοκρατορική φρουρά του Τσάρου στην Πετρούπολη, φτάνοντας έως τον βαθμό του λοχαγού. Το 1818 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία.
Με την έναρξη της επανάστασης ανέλαβε να αντιπροσωπεύσει τον αδελφό του, Αλέξανδρο Υψηλάντη, ως πληρεξούσιος του Γενικού επιτρόπου Αρχής στην Πελοπόννησο. Στις 20 Ιουνίου του 1821 ανέλαβε την αρχιστρατηγία των επαναστατών και προσπάθησε να οργανώσει τακτικό στρατό. Η προσπάθειά του όμως να περιορίσει την ισχύ των κοτζαμπάσηδων είχε σαν αποτέλεσμα την εκδίωξη του. Ο λαός όμως απαίτησε την αποκατάσταση του και ύστερα από προσπάθειες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη επανήλθε στην αρχική του θέση. Στις 20 Δεκεμβρίου 1821 άρχισε τις εργασίες της η A' Εθνική Συνέλευση και στις 15 Ιανουαρίου 1822 εκλέχθηκε πρόεδρος του Bουλευτικού. Ο Υψηλάντης εκπροσώπησε κυρίως την πλευρά των δημοκρατικών και ήρθε σε σύγκρουση με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα έλαβε μέρος στην πολιορκία του Ναυπλίου και του Άργους, στην εκστρατεία εναντίον της Αθήνας, στη μάχη των Δερβενακίων, στη μάχη στους Μύλους της Λέρνης και στην μάχη στην Πέτρα της Βοιωτίας. Με την έλευση του Ιωάννη Καποδίστρια ο Υψηλάντης διορίστηκε στρατάρχης του στρατού και ανέλαβε την οργάνωσή του και τη μετατροπή του σε τακτικό στρατό με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Ήταν από τις ρομαντικές φυσιογνωμίες του Αγώνα, ανιδιοτελής και προσηλωμένος στα εθνικά και πατριωτικά ιδεώδη.
Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014
Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014
Φιλική εταιρεία
http://www.ime.gr/chronos/11/tgr/gr/frameset.html?100
Κείμενο γραμμένο από τον Εμ. Ξάνθο,
"Αρχιγοί της Ετερίας των Φιλικών" Ο Φιλικός Παναγιώτης Σέκερης
ρωσοτουρκικοί πόλεμοι(Ίδρυμα Μακεδονικού Αγώνα)
http://www.imma.edu.gr/imma/history/07.html
Κείμενο γραμμένο από τον Εμ. Ξάνθο,
"Αρχιγοί της Ετερίας των Φιλικών" Ο Φιλικός Παναγιώτης Σέκερης
ρωσοτουρκικοί πόλεμοι(Ίδρυμα Μακεδονικού Αγώνα)
http://www.imma.edu.gr/imma/history/07.html
Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014
αξονική συμμετρία
Υπάρχουν σχήματα με έναν άξονα συμμετρίας και άλλα με πολλούς άξονες συμμετρίας.
Εξασκούμαι στη συμμετρία των γεωμετρικών σχημάτων ΕΔΩ
Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014
Ανάγλυφο της γης
Η σημερινή μορφή της Γης, αποτέλεσμα της δράσης αυτών των δυνάμεων, παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία γεωμορφολογικών στοιχείων, δηλαδή: οροσειρών, πεδιάδων, λιμνών, ποταμών, νησιών, χερσονήσων, θαλάσσιων λεκανών, τάφρων κ.λπ. Τα γεωμορφολογικά αυτά στοιχεία διαμορφώνουν το σημερινό ανάγλυφο της Γης, που διακρίνεται σε ηπειρωτικό και υποθαλάσσιο.που διακρίνεται σε ηπειρωτικό και υποθαλάσσιο.
πάτησε εδώ
ε
Με τη χρήση του γεωμορφολογικού χάρτη βρείτε τα κύρια στοιχεία
του κατακόρυφου και του οριζόντιου διαμελισμού της Πελοποννήσου.
|
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)