Πηγή Α΄
Άιντε μωρ’ Δεροπολίτισσα μωρ’ καημένη,
άιντε μωρ’ Δεροπολίτισσα ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Σύ σαν πας στην εκκλησιά μωρ’ καημένη,
σύ σαν πας στην εκκλησιά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Άιντε με λαμπάδες με κεριά μωρ’ καημένη,
άιντε με λαμπάδες με κεριά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Ωρε για προσκύνα και για μας μωρ’ καημένη,
ωρε για προσκύνα και για μας ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Άιντε και για μας τους Χριστιανους μωρ’ καημενη,
άιντε και για μας τους Χριστιανους ζη μωρ’ ζηλεμενη
Μην μας σφάξει η Τουρκιά μωρ’ καημένη,
μην μας σφάξει η Τουρκιά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Σαν τ’ αρνια της Πασχαλιάς μωρ’ καημένη,
σαν τ’ αρνιά της Πασχαλιάς ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Στίχοι:
Παραδοσιακό
Μουσική:
Παραδοσιακό
Περιοχή:
Βόρεια ΉπειροςΆιντε μωρ’ Δεροπολίτισσα μωρ’ καημένη,
άιντε μωρ’ Δεροπολίτισσα ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Σύ σαν πας στην εκκλησιά μωρ’ καημένη,
σύ σαν πας στην εκκλησιά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Άιντε με λαμπάδες με κεριά μωρ’ καημένη,
άιντε με λαμπάδες με κεριά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Ωρε για προσκύνα και για μας μωρ’ καημένη,
ωρε για προσκύνα και για μας ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Άιντε και για μας τους Χριστιανους μωρ’ καημενη,
άιντε και για μας τους Χριστιανους ζη μωρ’ ζηλεμενη
Μην μας σφάξει η Τουρκιά μωρ’ καημένη,
μην μας σφάξει η Τουρκιά ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Σαν τ’ αρνια της Πασχαλιάς μωρ’ καημένη,
σαν τ’ αρνιά της Πασχαλιάς ζη μωρ’ ζηλεμένη.
Το τραγούδι είναι ένα μοιρολόι το οποίο αναφέρεται στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και στους βίαιους εξισλαμισμούς και τις κακουχίες που υπέστη ο Ελληνισμός από τιςοθωμανικές πολιτικές στην περιοχή.[1] Οι ερευνητές του 19ου αιώνα, Παναγιώτης Αραβαντινός και Κωνσταντίνος Σάθας, πιστεύουν ότι αναφέρεται σε εξέγερση του 1565 και στις τραγικές συνέπειες που είχε η αποτυχία της. Κατά τους Ν. Παπαδόπουλο και Α. Μαμμόπουλο το τραγούδι χρονικά πρέπει να τοποθετηθεί στην περίοδο 1600-1700. Υπάρχουν αρκετές παραλλαγές του τραγουδιού, όπως αυτές που παρουσιάζονται από τον Αραβαντινό, τον Α. Παπακώστα και τον Ν. Πατσέλη. Η Δεροπολίτισσα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από τον Αθανάσιο Πετρίδη (Νεοελληνικά Ανάλεκτα Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού, Α' 1870, σελ. 74 - 75), με μικρές παραλλαγές από το σημερινό τραγούδι.[2]
Η Δεροπολίτισσα αποτελεί αντιπροσωπευτικό τραγούδι της Δρόπολης, περιοχής κοντά στο Αργυρόκαστρο. Τραγουδιέται όμως από όλες τις ελληνικές κοινότητες που ζουν στην ευρύτερη περιοχή της Βόρειας Ηπείρου, αλλά και στην Ελλάδα, στο χωριό Κτίσματα, Πωγωνίου, κοντά στην ελληνοαλβανική μεθόριο.[1]
Πηγή Β΄
Ο Δημήτριος Υψηλάντης (1794 – 5 Αυγούστου 1832) ήταν στρατιωτικός και αγωνιστής της επανάστασης του 1821.
Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, δραγουμάνου του Τουρκικού στόλου και γόνου εύπορης και ισχυρής Φαναριώτικης οικογένειας. Αδελφός του ήταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Στάλθηκε στην Γαλλία για να σπουδάσει σε στρατιωτικές σχολές και στη συνέχεια κατατάχθηκε στην αυτοκρατορική φρουρά του Τσάρου στην Πετρούπολη, φτάνοντας έως τον βαθμό του λοχαγού. Το 1818 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία.
Με την έναρξη της επανάστασης ανέλαβε να αντιπροσωπεύσει τον αδελφό του, Αλέξανδρο Υψηλάντη, ως πληρεξούσιος του Γενικού επιτρόπου Αρχής στην Πελοπόννησο. Στις 20 Ιουνίου του 1821 ανέλαβε την αρχιστρατηγία των επαναστατών και προσπάθησε να οργανώσει τακτικό στρατό. Η προσπάθειά του όμως να περιορίσει την ισχύ των κοτζαμπάσηδων είχε σαν αποτέλεσμα την εκδίωξη του. Ο λαός όμως απαίτησε την αποκατάσταση του και ύστερα από προσπάθειες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη επανήλθε στην αρχική του θέση. Στις 20 Δεκεμβρίου 1821 άρχισε τις εργασίες της η A' Εθνική Συνέλευση και στις 15 Ιανουαρίου 1822 εκλέχθηκε πρόεδρος του Bουλευτικού. Ο Υψηλάντης εκπροσώπησε κυρίως την πλευρά των δημοκρατικών και ήρθε σε σύγκρουση με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα έλαβε μέρος στην πολιορκία του Ναυπλίου και του Άργους, στην εκστρατεία εναντίον της Αθήνας, στη μάχη των Δερβενακίων, στη μάχη στους Μύλους της Λέρνης και στην μάχη στην Πέτρα της Βοιωτίας. Με την έλευση του Ιωάννη Καποδίστρια ο Υψηλάντης διορίστηκε στρατάρχης του στρατού και ανέλαβε την οργάνωσή του και τη μετατροπή του σε τακτικό στρατό με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Ήταν από τις ρομαντικές φυσιογνωμίες του Αγώνα, ανιδιοτελής και προσηλωμένος στα εθνικά και πατριωτικά ιδεώδη.