Επανάληψη Γεωγραφίας Ελλάδας
και
Μύθοι και πραγματικότητα για την έκλειψη του ηλίου
Το υλικό και οι πληροφορίες που αναρτώνται στην παρούσα ιστοσελίδα αποσκοπούν στην ενημέρωση και επικοινωνία της σχολικής κοινότητας, χωρίς καμία πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης.
Επανάληψη Γεωγραφίας Ελλάδας
και
Μύθοι και πραγματικότητα για την έκλειψη του ηλίου
να σχεδιάσετε αυτό που θα δείτε στα παραπάνω βιντεάκια
γράψε ότι αναφέρεται στο βιντεάκι
Γεννήθηκε στο χωριό Αγία Κυριακή της Γιάλοβας Αιγιαλού στη Μικρά Ασία το 1912 και ήταν το μοναδικό αγόρι από τα πέντε παιδιά . Το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο το εμπνεύστηκε απ' τον ποταμό Λουδία της μετέπειτα πατρίδας του. Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα σε πολύ νεαρή ηλικία, δημοσιεύοντας ποιητικές συλλογές στην «Αγροτική Ιδέα» της Έδεσσας το 1927 και το 1928, τις οποίες υπέγραφε με το πραγματικό του όνομα (Τάκης Βαλασιάδης). Γύρω στο 1930 δημοσιεύει ποιήματα και διηγήματα του στο περιοδικό «Νέα Εστία». Η πρώτη φορά που χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο του ήταν το 1934 στο διήγημα «Μια νύχτα με πολλά φώτα κάτω από μια πόλη με πολλά αστέρια». Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας το 1938 για τη συλλογή διηγημάτων του. Τα πλοία δεν άραξαν και με τη Χρυσή Δάφνη Πανευρώπης στο Παρίσι το 1951. Επίσης τιμήθηκε και με το βραβείο «Μενέλαου Λουντέμη» που το καθιέρωσε προς τιμήν του η Ελληνική Εταιρία Λογοτεχνών και απονέμεται κάθε χρόνο στο καλύτερο πεζογράφημα του προηγούμενου έτους. Προς τιμήν του, στο Βουκουρέστι δόθηκε το όνομα του σε δημόσιο κτίριο (Λουντέμειο Μέγαρο). Σύμφωνα με τον Βασίλη Βασιλικό, «θεωρείται ο πιο πολυδιαβασμένος Έλληνας έπειτα από τον Νίκο Καζαντζάκη».
Πρόσφυγας από την Αγία Κυριακή της Γιάλοβας (Αιγιαλός) της Μικράς Ασίας μετά τον Μεγάλο Ξεριζωμό της Μικρασιατικής Καταστροφής, εγκαθίσταται με την οικογένεια του πρώτα στην Αίγινα, μετά στην Έδεσσα και τελικά στο χωριό Εξαπλάτανος της Πέλλας, στο οποίο έζησε από το 1923 μέχρι το 1932 που έφυγε για την Κοζάνη. Έζησε για λίγο στο κρατικό οικοτροφείο της Έδεσσας. Η οικογένεια του ήταν εύπορη, αλλά χρεοκόπησε κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή και ο Λουντέμης αναγκάστηκε να εργαστεί σκληρά στην εφηβεία του ως λαντζιέρης, λούστρος, ψάλτης, δάσκαλος σε χωριά της Αλμωπίας, ακόμη και ως επιστάτης στα υπό κατασκευή την εποχή εκείνη, έργα του Γαλλικού ποταμού. Στην Δ΄ τάξη του - εξατάξιου τότε - Γυμνασίου «αποσύρθηκε» για πολιτικούς λόγους και απεβλήθη απ' όλα τα Γυμνάσια της χώρας. (Η στράτευσή του στην Αριστερά και η πολιτική δράση μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ του στοίχισε την αποβολή του απ' όλα τα γυμνάσια της χώρας.)
Μέσα από συνεχείς μετακινήσεις, από την Έδεσσα σε ένα οικοτροφείο της Κοζάνης κι από εκεί στο Βόλο, ακολουθώντας κάποιο περιφερόμενο «μπουλούκι» της εποχής, φτάνει τελικά στην Αθήνα και συνδέεται στενά με τους Κώστα Βάρναλη, Άγγελο Σικελιανό και Μιλτιάδη Μαλακάση. Ο τελευταίος θα τον βοηθήσει να διοριστεί βιβλιοθηκάριος της «Αθηναϊκής Λέσχης» το 1938 και να ανασάνει κάπως οικονομικά.Την ίδια εποχή, η φιλία του με τον καθηγητή της Φιλοσοφικής Νικόλαο Βέη, θα τον βοηθήσει να παρακολουθήσει ως ακροατής μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών. Θα ακολουθήσουν αρκετές συγγραφικές επιτυχίες και θα γίνει μέλος της Eταιρίας Eλλήνων Λογοτεχνών, με πρόεδρο τότε τον Nίκο Kαζαντζάκη.
Στην κατοχή πήρε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση στο πλευρό του ΕΑΜ και διετέλεσε γραμματέας της οργάνωσης διανοουμένων.Κατά τον εμφύλιο συλλαμβάνεται και δικάζεται για εσχάτη προδοσία και καταδικάζεται σε θάνατο - ποινή του δεν εκτελέστηκε ποτέ. Αντ' αυτού, εξορίζεται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη, μαζί με τον Θεοδωράκη, τον Ρίτσο, τον Κατράκη, τον Θέμο Κορνάρο και πολλούς άλλους.
Γλώσσα
Γράψτε την βιογραφία του Ιούλιου Βερν και συμπληρώστε τον πίνακα με τις πόλεις που πήγε ο Φιλέας Φογκ.
Σημειώσεις Γεωγραφίας(από έξω)
Ο δρόμος ήταν ζωή ,πυκνός ,γεμάτος συμβάντα.Προσαρμογη του ανθρώπου στη φύση,αφού 40 ημέρες ,ταξίδευε μέχρι να φτάσει στο Ν.Μαγνησίας.Στη διάρκεια του ακουγόταν τραγούδια.
Σήμερα όλα άλλαξαν, ο δρόμος δεν είναι χαρά ,είναι χρήμα. Είναι μετάβαση από το ένα σημείο στο άλλο. Τα ζώα στοιβαγμένα στο τριαξονικό ,μας θυμίζει πώς ότι μας στερεί από κόπο ,μας στερεί από ελευθερία.
Στο κούρεμα (κουρή) των προβάτων που γίνονταν τέλος άνοιξης,οι γυναίκες κερνούσαν μεζέδες ,τα "κεράσματα" .Μετά το τέλος της κουρής ,το κοπάδι αφηνόταν ελεύθερο στα χωράφια ,ενώ οι ιδιοκτήτες συνέχιζαν τη μέρα τους με γλέντι.
Ο ποταμός Νέστος εισέρχεται από την κοιλάδα του Όρβηλου και την Ροδόπης. Στην μυθολογία ήταν γιος της Ροδόπης ,που ήταν κόρη του Ωκεανού και της Τιθύος.Στην περιοχή γύρω από τον ποταμό ,υπάρχει ζωή ,από την εποχή του χαλκού ,από την 5η χιλιετία.Την περιοχή που διασχίζει την χαρακτηρίζει η δασική ομορφιά με δάση ερυθρελάτης ,έλατα και πεύκα.(από φωτόδεντρο)
Το δέλτα του ποταμού, έκτασης 550.000 στρεμμάτων, αποτελεί 'Υδροβιότοπο Διεθνούς σημασίας' και μέρος του Εθνικού Πάρκου που περιλαμβάνει τις λίμνες Βιστωνίδα και Ισμαρίδα. Εκτείνεται από τη Νέα Καρβάλη έως τα Άβδηρα, ενώ εκεί βρίσκεται και το παραποτάμιο δάσος, γνωστό και ως Μεγάλο Δάσος (Κοτζά Ορμάν). Πλούσια βλάστηση και πολλά είδη ζώων είναι τα χαρακτηριστικά του, ενώ η έκτασή του που κάποτε ξεπερνούσε τα 125.000 στρέμματα τώρα καλύπτει μόλις 4.600
Ο ποταμός Νέστος, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, αποτελούσε το βόρειο όριο εξάπλωσης των λιονταριών στην Ελλάδα. Σήμερα βρίσκουν καταφύγιο ή τροφή 300 είδη πουλιών, 30 είδη αρπακτικών, 11 είδη αμφιβίων, 21 είδη ερπετών, ενώ αρκετά είναι και τα είδη ψαριών που ζουν στις λιμνοθάλασσες του δέλτα.
Προβλήματα
Για το παραποτάμιο Δάσος του Νέστου, το 1952 αποφασίστηκε η εκχέρσωση του μεγαλύτερου μέρους του και η καλλιέργειά του με γεωργικά φυτά, όπως το καλαμπόκι, ενώ ένα μεγάλο τμήμα του υγρότοπου αποστραγγίστηκε και οι εκτάσεις που προέκυψαν διανεμήθηκαν στους αγρότες. Επεμβάσεις όπως η υπερβόσκηση, η υλοτομία, οι αυθαίρετες πυρκαγιές των καλαμιώνων, η αναρρίχηση στις πλαγιές του φαραγγιού και τους βράχους, όπου φωλιάζουν σπάνια είδη ζώων, η ρύπανση των υδάτων από τα γεωργικά φάρμακα, αλλά και τοξικά απόβλητα από τις βιομηχανίες ξυλείας και τα μεταλλεία ουρανίου στο χωριό Ελέσνιτσα της Βουλγαρίας, τα λατομεία μαρμάρων στη δυτική πλευρά, καθώς και η διέλευση βαρκών σε περιόδους αναπαραγωγής που ενοχλούν το βιότοπο, άλλαξαν τις οικολογικές συνθήκες της περιοχής(από βικιπαίδεια)
Σημειώσεις ιστορίας(από έξω)
Έμπνευση του Κωνσταντίνου αλλά δημιουργία του Ιουστινιανού.Το μεγαλύτερο εργοτάξιο .Τα εγκαίνια έγιναν ως τον Ομφαλό της Γης,που έχει τοποθετηθεί μέσα στην Αγία Σοφία.Μέσα σε αυτό το χώρο γινόταν και η στέψη των αυτοκρατόρων.Γύρω γύρω έμπαινα 12 άρχοντες ,που ήταν η συνοδεία του αυτοκράτορα,που ανάλογα με την θέση του έμπαινε σε μεγάλο ή μικρό κύκλο.Οι 12 άρχοντες συμβολίζουν τους 12 Αποστόλους του Χριστού.
Το χτίσιμο της Αγίας Σοφίας ,έγινε σε 5 χρόνια ενώ του Αγίου Πέτρου,που είναι διπλάσια από την Αγία Σοφία και είναι στο Βατικανό της Ιταλίας,έγινε σε 150 χρόνια.Όταν έγιναν τα εγκαίνιά της μοιράστηκε 600 τόνοι σιτάρι και πολλά σφάγια στο λαό.Από όλα τα μέρη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας έφταναν μάρμαρα, χρυσό και ασήμι για την κατασκευή του ναού.Άναβαν 7500 καντήλια μέσα στον ναό.Για να έχει ο ναός λάδι δώρισαν χωράφια με ελιές.Ο ναός είναι αφιερωμένος στη Σοφία του Θεού,που είναι ο ίδιος ο Χριστός.
Ο ναός είναι κτισμένος σε αρχιτεκτονικό ρυθμό βασιλικής με τρούλο. Ο κυρίως χώρος του κτίσματος έχει σχήμα περίπου κύβου. Τέσσερις τεράστιοι πεσσοί, (κτιστοί τετράγωνοι στύλοι), που απέχουν μεταξύ τους ο ένας από τον άλλο 30 μ., στηρίζουν τα τέσσερα μεγάλα τόξα πάνω στα οποία εδράζεται ο τρούλος, με διάμετρο 31 μέτρων. Ο τρούλος δίνει την εντύπωση ότι αιωρείται εξαιτίας των παραθύρων που βρίσκονται γύρω στη βάση του (ο σύγχρονος ιστορικός Προκόπιος λέει: ...δίνει την εντύπωση ότι είναι ένα κομμάτι ουρανού που κρέμεται στη γη...).
Γενικά ο ναός είναι ορθογώνιο οικοδόμημα μήκους 78,16 μ. και πλάτους 71,82 μ. κτισμένο στη ΝΔ. πλευρά του πρώτου λόφου της Πόλης με κατεύθυνση ΝΑ. Περιβάλλεται από δύο αυλές την βόρεια και την δυτική καλούμενη και αίθριο. Συνορεύει Ν με τα Πατριαρχικά κτίρια τα οποία συνδέονταν με το Αυγουσταίο, τη μεγάλη δηλαδή πλατεία που βρισκόταν το λαμπρό από πορφυρό μάρμαρο άγαλμα της Αυγούστας Ελένης.Στο κτίσιμο της Αγίας Σόφιας εργάστηκαν περίπου 600 άτομα.
Οι σκιές για τις ιστορίες σας:
Κάθε πότε θα συναντηθούν οι φατσούλες;
http://photodentro.edu.gr/v/item/ds/8521/1919
Κλάσματα και μουσική
Ο ρυθμός είναι από τις πρώτες μουσικές ανθρώπινες κατακτήσεις, όπως ακριβώς ο αριθμός είναι από τις πρώτες θεμελιώδεις Μαθηματικές ανθρώπινες επινοήσεις. Ο ρυθμός, λοιπόν, είναι το πρώτο είδος μουσικής που δημιούργησε ο άνθρωπος. Το μουσικό μέτρο, το οποίο είναι απαραίτητο για την εκτέλεση ενός μουσικού θέματος, δηλώνεται με ένα κλάσμα που καθορίζει το ρυθμό. Σήμερα οι δύο αυτές έννοιες, του ρυθμού και του αριθμού - κλάσματος, συνυπάρχουν στον τρόπο με τον οποίο γράφεται η Δυτική Μουσική.
Γλώσσα
ονοματικές-ρηματικές προτάσεις
Όλοι αυτοί οι λαοί γνώριζαν την Κωνσταντινούπολη, θαύμαζαν τη ζωή και τον πλούτο της και ονειρεύονταν να την κατακτήσουν κάποτε. Πολλές φορές μάλιστα, στα χρόνια ανάμεσα στον 7ο και τον 11ο αιώνα, παραβίαζαν τα σύνορα, έφταναν με στρατό και στόλο έξω από τα τείχη της και την πολιορκούσαν από στεριά και θάλασσα. Οι Βυζαντινοί όμως, οχύρωναν την πόλη τους, αντιστέκονταν γενναία και κατάφερναν να τους αντιμετωπίζουν, με πολεμικά, οικονομικά και διπλωματικά μέσα.
Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2021
«Κάλαντα διαφορετικά»
-Θα τα πούμε; ρώτησαν τα παιδιά.
Η ερώτηση απλώθηκε σε όλη την
τάξη.
-Να τα πείτε ,είπε η δασκάλα.Ετοιμαστείτε
,κάντε πρόβα τα λόγια και θα μου τα πείτε αύριο.Θέλετε;
Η Ευαγγελία και ο Γιώργος έγνεψαν
«ναι»,ο Ηλίας και ο Μάριος άρχισαν να γελάνε,ο Κωνσταντίνος και η Αλέσια έσκυψαν
το κεφάλι,η Μαρία και ο Γιώργος διάλεξαν με ποιο τρόπο θα τα πούνε,η Νόνη και η
Ιωάννα ήθελαν να είναι μαζί ,ο Νικόλας και η Μαρία Νίκη άνοιξαν τα μάτια ,ο Γιάννης
,η Δέσποινα ,η Σεβαστή ,η Αλεξάνδρα ,η Αναστασία και ο Ιάκωβος ήθελαν οπωσδήποτε
και κέρασμα.
-Πώς θα γίνει αυτό φέτος;
Από βικιπαίδεια
Ο Πολυχρόνης Λεμπέσης (Σαλαμίνα, 1848 – Αθήνα, 1913) ήταν Έλληνας ζωγράφος, από τους σημαντικότερους της λεγόμενης «Σχολής του Μονάχου». Ρωμαλέος καλλιτέχνης, άφησε λιγοστή παραγωγή, εκατό περίπου πίνακες. Ζωγράφισε κυρίως πρόσωπα, αλλά και τοπία, νεκρές φύσεις και θέματα από την καθημερινή ζωή,όπως το ορφανό, παιδιά που κλέβουν μήλα (1884), χωρική σε γαϊδουράκι (1888), αγρόκτημα με γαλοπούλες (1891) κ.α. Ως αγιογράφος εργάστηκε στις εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου Καρύτση, των Αγίων Θεοδώρων στο Α΄Νεκροταφείο, του Αγίου Κωνσταντίνου στον Πειραιά, στην Εκκλησία Εισοδίων της Θεοτόκου στα Αμπελάκια της Σαλαμίνας κ.α. Ο Λεμπέσης, ο σιωπηλός, ασκητικός και σεμνός ζωγράφος, πέρασε τη ζωή του μακριά από τη διαμάχη για την πρόσκαιρη δόξα και τον εύκολο πλουτισμό.[6]
Σπούδασε ζωγραφική στην Αθήνα αρχικά. Με την υποστήριξη του πολιτικού Δημητρίου Βούλγαρη ή Τζουμπέ έλαβε υποτροφία και συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου. Στο Μόναχο έγινε φίλος με τον ήδη γνωστό Νικόλαο Γύζη. Μαθήτευσε επίσης στα εργαστήρια του Βίλχελμ Λίντενσμιτ του Νεότερου (Wilhelm Lindenschmidt dJ.) και του Λούντβιχ φον Λοφτς (Ludwig von Löfftz).
Το 1880, ο Λεμπέσης επέστρεψε στην Αθήνα, για να εγκατασταθεί στην περιοχή του Θησείου. Παρότι ήταν εξαιρετικός τοπιογράφος, σύντομα έγινε γνωστός για το ταλέντο του ως προσωπογράφος. Δέχθηκε αρκετές παραγγελίες για πορτρέτα από ευκατάστατους αστούς της εποχής του (Καψάλης, Σανταρόζας, Σερπιέρης, Λεβίδης, κ.ά.). Παράλληλα δε δίδαξε ζωγραφική στα παιδιά του δικαστικού και μετέπειτα πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη. Μένει στο κελί του στη Σαλαμίνα χωρίς σχεδόν δουλειά ή στο σπιτάκι του στο Θησείο, όπου, γερασμένος πρόωρα περνάει τις ώρες του στα μικρά καφενεδάκια της γραφικής αλλά παράμερης πλατείας. Εκεί τον «ανακάλυψε» στα 1911 ο Παύλος Νιρβάνας. Τα μαλλιά τού Λεμπέση είναι άσπρα. Πίνει τον καφέ του το δειλινό με κάνα-δύο απλοϊκούς γείτονες. «Κανένας δεν μαντεύει ποιος είναι», σχολιάζει ο Νιρβάνας, που τον ρωτάει: «Ζεις Λεμπέση;»
— «Ζω» (...)
— Και τι κάνεις τώρα;
— Αγιογραφίες! Όταν μου το επιτρέπουν, εννοείται, οι καλόγεροι του Αγίου Όρους. Όταν περισσέψει δουλειά απ΄αυτούς, παίρνω κι’ εγώ!
Έτσι σιγοσβήνει, άγνωστος, φτωχός, μονάχος ο Λεμπέσης στα 1913.[7] «Απέθανεν ένας των ικανοτέρων ζωγράφων μας, ο Πολυχρόνης Λεμπέσης», σύμφωνα με δημοσίευμα της εποχής «… περί του εκλιπόντος εν αφανεία αλλά και εν αφανεία ζήσαντος καλλιτέχνου».[8] Για να βρεθούν χρήματα για την κηδεία του πουλήθηκαν στην αγορά του Πειραιά, σ΄ένα ψαρά και σ΄έναν μπακάλη, όσα έργα του υπήρχαν στο εργαστήρι για 2 ή 5 δραχμές το καθένα. Συνολικά συγκεντρώθηκαν εξήντα δραχμές. Η είδηση του θανάτου του μόλις δημοσιεύτηκε στα ψιλά κάποιας πειραιώτικης εφημερίδας και στα δύο καλλιτεχνικά περιοδικά της εποχής.[9] Είναι άλλωστε η εποχή των θριαμβικών αγώνων της Ελλάδας στους Βαλκανικούς πολέμους και δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για θλίψη για το ζωγράφο που πάντα έζησε «έξω από τους κύκλους των αγώνων και των προστριβών των ομοτέχνων του – αντιτέχνων θα έλεγε ο Λουκιανός μακρυά από τα χαλκεία της εφήμερης φήμης που είναι τα δημοσιογραφικά γραφεία. Ο Λεμπέσης, ο σιωπηλός, ασκητικός και σεμνός ζωγράφος, πέρασε τη ζωή του μακριά από τη διαμάχη για την πρόσκαιρη δόξα και τον εύκολο πλουτισμό. Με επίγνωση της αξίας του, αλλά ταπεινός και από ένα σημείο και πέρα αποτραβηγμένος, θυμίζει πολύ τον άλλο «Κοσμοκαλόγερο», τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Λέγεται, πάντως, ότι η εχθρική ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε εναντίον του οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο Νικηφόρο Λύτρα.
Διάφορες ιστορίες, που ίσως δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, δίνουν κάποια ιδέα της ατμόσφαιρας αυτής. Κάποτε ο Φερνάνδος Σερπιέρης κάλεσε τον Λεμπέση να του κάνει ένα πορτρέτο (ανήκει σήμερα στη Συλλογή Ε.Κουτλίδη). Ο Λεμπέσης ζήτησε και πήρε για το έργο 2800 δραχμές. Ζωγράφισε το Σερπιέρη όπως ακριβώς ήταν, αρκετά παχύ και ογκώδη. Ο Σπερπιέρης έδειξε στο Λύτρα το πορτρέτο του για να κρίνει τη δουλειά του νεοφερμένου ζωγράφου. Ο Λύτρας παρατήρησε ότι ήταν μεν καλό αλλά δεν είχε τίποτε το καλλιτεχνικό. Την κρίση αυτή, που κολάκευε τον εικονιζόμενο, μετέφερε ο Σερπιέρης στο Λεμπέση. Ο Λεμπέσης θύμωσε, έδωσε πίσω στο Σερπιἐρη τα λεφτά, πήρε το πορτρέτο, το έκοψε και το έκανε μικρότερο. Το έργο αυτό είναι ένα από τα καλύτερα πορτρέτα της νεοελληνικής τέχνης και ορισμένοι κριτικοί βρίσκουν ότι έχει αναλογίες με την αυτοπροσωπογραφία του Σεζάν. Ο Λεμπέσης ήταν ένας από τους ελάχιστους σπουδασμένους στην Ευρώπη ζωγράφους που κάνουν αγιογραφίες. Συνήθως πιστεύεται ότι η ανάγκη τον έκαμε αγιογράφο με το δυσάρεστο αποτέλεσμα να περιορίσει την άλλη ζωγραφική του και στο τέλος σχεδόν να την εγκαταλείψει.
Τα έργα του που είναι γνωστά στο κοινό — μαζί με τις αγιογραφίες του σε εκκλησίες της Αθήνας, του Πειραιά και της Σαλαμίνας δεν ξεπερνούν τα εκατό. Ορισμένα από τα πιο γνωστά του έργα βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη (Γυμνό, Το αγόρι με τα κουνέλια, Η ανηψιά του καλλιτέχνη, Προσωπογραφία του αδελφού του, κ.ά.), στην Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ στο Μέτσοβο (Το κορίτσι με τα περιστέρια) και στο Τελλόγλειο Ίδρυμα στην Θεσσαλονίκη (Το αλητόπαιδο). Ο Λεμπέσης ήταν ένας από τους ελάχιστους σπουδασμένους στην Ευρώπη ζωγράφους που κάνουν αγιογραφίες. Συνήθως πιστεύεται ότι η ανάγκη τον έκαμε αγιογράφο με το δυσάρεστο αποτέλεσμα να περιορίσει την άλλη ζωγραφική του και στο τέλος σχεδόν να την εγκαταλείψει. Ζωγράφισε, μεταξύ άλλων, τη Γέννηση στη Εκκλησία Εισοδίων της Θεοτόκου στα Αμπελάκια Σαλαμίνας και την Πλατυτέρα των ουρανών (όπου διακρίνονται η λιτότητα, η σεμνότητα της βρεφοκρατούσας Παναγίας) και η παρθενική αβρότητα των δυο αγγέλων που την περιστοιχίζουν με την ωραία πτυχολογία τους.
Αναδρομική έκθεση των έργων του οργάνωσε τον Μάρτιο του 1963 στη Σαλαμίνα ο εκεί σύλλογος "Ευριπίδης". Γενικά το ζωγραφικό του έργο διακρίθηκε για την χρωματική του ακρίβεια και την καθαρότητα του σχεδίου.Ιδιαίτερα αξιόλογες θεωρούνται οι προσωπογραφίες του στις οποίες κατόρθσε ν΄αποδώσει με ειλικρίνεια και μεγάλη συνθετική και εκφραστική ελευθερία την ψυχογραφία των προσώπων που εικονίζει: Ο στρατιώτης, ο Παπάς, προσωπογραφία κοριτσιού, Φερδινάδος Σερπιέρης (Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη)... Στα τοπία του ο Λεμπέσης απέδωσε με μεγαλύτερη αμεσότητα το «ελληνικό στοιχείο» και το φως της ελληνικής υπαίθρου χωρίς να διαλύει τις μορφές και τα αντικείμενα στο χώρο και χωρίς ωραιοποιήσεις και εξιαδινακεύσεις: Λόφος του Αρείου Πάγου, Μικρούλα στα χορτάρια (Αθήνα, Συλλογή Καλκάνη). Οι θρησκευτικές του συνθέσεις όμως είναι γενικά μικρότερης αξίας από τα άλλα έργα του, καθώς ξέφυγε από την παραδοσιακή αντίληψη και ακολούθησε δυτικότροπες τάσεις για «βελτιωμένη βυζαντινή ζωγραφική» Η πιο φτασμένη σύνθεσή του θεωρείται η Πλατυτέρα των Ουρανών στον Άγιο Γεώργιο Καρύτση. Τα τελευταία χρονολογημένα έργα του είναι ο Άγιος Μηνάς και η Αγία Λαύρα στην εκκλησία του Αγίου Μηνά στη Σαλαμίνα που φέρουν την ημερομηνία 1909.
Ο Γιώργος Σικελιώτης (George Sikeliotis) (Σμύρνη[2], 4 Φεβρουαρίου 1917 - Αθήνα, 4 Σεπτεμβρίου 1984) είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους και χαράκτες της λεγόμενης «γενιάς του ’30».
Γεννήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου του 1917 στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Το 1922, με τη Μικρασιατική καταστροφή, έρχεται στην Αθήνα και εγκαθίσταται με την οικογένειά του στην Καισαριανή. Φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, από το 1935 έως το 1940, όπου είχε καθηγητές τον Κωνσταντίνο Παρθένη και τον Σπυρίδωνα Βικάτο.[2] Από τα φοιτητικά του χρόνια, αρχίζει να παρουσιάζει έργα του σε ομαδικές εκθέσεις. Συγκεκριμένα το 1936 συμμετείχε στην 1η Ετήσια Έκθεση Σπουδαστών ΑΣΚΤ, στις αίθουσες του Παρνασσού και το 1938 στην ομαδική έκθεση Νέων Ρεαλιστών στην Αθήνα. Έργα της περιόδου αυτής βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη.
Το 1940 πήρε μέρος στο αλβανικό μέτωπο. Στην περίοδο της Κατοχής αποτύπωσε με το έργο του τον σφυγμό της εποχής, κυρίως μέσα από σχέδια και χαρακτικά, συμβάλλοντας στον αγώνα των ανθρώπων της τέχνης και των γραμμάτων κατά των κατακτητών. Το 1945 παντρεύτηκε τη Χαρίκλεια Κωνσταντινίδη, δασκάλα κλασικού χορού, με την οποία απέκτησε δύο κόρες, τη Βάσω και τη Φωτίκα.
Το 1949 έγινε μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας «Στάθμη», η οποία ανέπτυξε πλούσια εικαστική δραστηριότητα. Μέχρι την πρώτη του ατομική έκθεση (1954), συμμετείχε σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα (Πανελλήνιες της καλλιτεχνικής ομάδας «Στάθμη», ως μέλος αυτής, στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, κ.α.), καθώς και στο εξωτερικό (Ρώμη 1953, Οττάβα - Καναδάς 1953). Το 1954 οργάνωσε στην Αθήνα την πρώτη του ατομική έκθεση, με 80 έργα, στις αίθουσες της εφημερίδας Το Βήμα ενώ το 1957 συμμετείχε στη Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας.[2] Το 1960 η Ελληνική Επιτροπή της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης τον εξέλεξε ως υποψήφιο για το Διεθνές Βραβείο του Μουσείου Guggenheim της Νέας Υόρκης, για το έργο του "Κορίτσια με Περιστέρια", όπου η επιτροπή βράβευσης του Μουσείου του απονέμει Εύφημη Μνεία. Το 1965 οργάνωσε ατομική έκθεση στη Νέα Υόρκη, με 35 πίνακες, υπό την αιγίδα του Ελληνικού Προξενείου.
Ο Σικελιώτης έζησε και εργάστηκε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Αγγλία και στη Γαλλία. Στην Αγγλία, ζωγράφισε κυρίως το βιομηχανικό τοπίο της κεντρικής Αγγλίας, καθώς επίσης χωριά και τοπία της Ουαλίας. Το ζωγραφικό και χαρακτικό αυτό έργο παρουσιάστηκε σε δύο ατομικές εκθέσεις με τον τίτλο «Παλιά Αγγλία» (Αθήνα 1974, Θεσσαλονίκη 1975). Κατά την περίοδο 1977-1983 μετέβαινε συχνά στο Παρίσι όπου οργάνωσε το δικό του ατελιέ ζωγραφικής. Το ενδιαφέρον του εστιάστηκε στους ανθρώπους του Παρισιού, που αποτελούνταν από πλήθος διαφορετικών φυλών και εθνικοτήτων.
Κατά τη διάρκεια της πεντηκονταετούς (1935-1984) καλλιτεχνικής του δραστηριότητας παρουσίασε το έργο του σε μεγάλη σειρά ατομικών και ομαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα παρουσίασε το έργο του σε 20 ατομικές εκθέσεις και σε περισσότερες από 185 ομαδικές.
Κατά την περίοδο 1975 – 1983 οργάνωσε σε συνεργασία με τους Δήμους, τους Τοπικούς Πολιτιστικούς Φορείς και την Πανελλήνια Πολιτιστική Κίνηση περισσότερες από 25 ατομικές εκθέσεις «Καλλιτεχνικής Αποκέντρωσης», όπως ο ίδιος τις ονόμαζε, με σκοπό τη διάδοση της Τέχνης στους ανθρώπους της περιφέρειας, σε διάφορες επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας. Ένα μέρος των έργων των εκθέσεων αυτών έγινε δωρεά από τον ίδιο τον ζωγράφο, προς τους εκάστοτε Τοπικούς Πολιτιστικούς Φορείς ή Δήμους. Η ενέργεια αυτή είχε ως αποτέλεσμα, μαζί και με τις δωρεές άλλων καλλιτεχνών, τη δημιουργία και συγκρότηση νέων Δημοτικών Πινακοθηκών σε αρκετές επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας.
Το έργο του Γιώργου Σικελιώτη παρουσιάστηκε σε ατομικές εκθέσεις του εξωτερικού (Υπερωκεάνιο «Ολυμπία» της Greek Line εν πλω 1960, Νέα Υόρκη 1965, Λευκωσία 1974, Βασιλεία της Ελβετίας 1976). Από το 1953 έως το 1983 συμμετείχε, σε περισσότερες από 40 ομαδικές εκθέσεις, οργανωμένες από Μουσεία και Πινακοθήκες του εξωτερικού, και σε συνεργασία κατά περίπτωση με την αντίστοιχη Ελληνική Πρεσβεία, το Υπουργείο Πολιτισμού και την Εθνική Πινακοθήκη: Ρώμη, Οτάβα, Μόντρεαλ, Μουσείο Guggenheim Νέας Υόρκης, Ουάσιγκτον, Τορόντο, 2η Μπιενάλε Αλεξάνδρειας, Ελσίνκι, Λίνεν Γερμανίας, Παρίσι, Δουβλίνο, Μόσχα, Βελιγράδι, Σόφια, Βουκουρέστι και πολλές άλλες.
Το εικαστικό του έργο, παρουσιάστηκε στην Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, σε δύο αναδρομικές εκθέσεις[2]: το 1975 στην «Αναδρομική Έκθεση» του συνολικού του έργου, με 186 έργα, και το 1983 στην «Αναδρομική Έκθεση Σχεδίων Προκατοχικών, Κατοχικών και Μετακατοχικών 1935 – 1950», με 214 σχέδια.
Πέρα από το κυρίως ζωγραφικό και χαρακτικό, στο έργο του Γιώργο Σικελιώτη, περιλαμβάνονται επίσης τοιχογραφίες, εικονογραφήσεις κειμένων και εξώφυλλων λογοτεχνικών βιβλίων Ελλήνων λογοτεχνών ( Γ. Σεφέρης, Ν. Μάτσας, Ν. Τσιφόρος, Α. Νενεδάκης, Γ. Σκαρίμπας κ.ά.), λογοτεχνικών περιοδικών, μαθητικών βιβλίων, περιοδικών, ημερολογίων, δίσκων μουσικής, ζωγραφικές κάρτες με μικτή τεχνική σε μεγάλη ποικιλία θεμάτων κ.α. Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ). Το 1983 το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών του απένειμε τιμητική σύνταξη για το έργο και τη συνεχή προσφορά του στο χώρο των εικαστικών Τεχνών και του Πολιτισμού.
Ο Γιώργος Σικελιώτης πέθανε στην Αθήνα, στις 4 Σεπτεμβρίου του 1984 και τάφηκε στο Νεκροταφείο της Καισαριανής, σε μνήμα που ο Δήμος παραχώρησε τιμητικά.
Έργα του υπάρχουν σε Εθνικά και Ιδιωτικά Μουσεία, Δημοτικές Πινακοθήκες και άλλους Πολιτιστικούς Φορείς στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπως: Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Μουσείο Ν. Χατζηκυριάκου Γκίκα – Μπενάκη, Συλλογή της Βουλής των Ελλήνων, Υπουργείο Παιδείας, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Μουσείο Βορρέ, Μουσείο Πιερίδη Αθήνας - Κύπρου, Πινακοθήκη Εθνικής Τράπεζας, Συλλογή Alpha Bank, Συλλογή Εταιρείας Τσιμέντων «Ηρακλής – Όλυμπος», Τελλόγλειο Ίδρυμα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Λέσχη Γραμμάτων και Τεχνών Βορείου Ελλάδας, Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρία «Τέχνη», κ.α. Έργα του ακόμη υπάρχουν σε πολλές Δημοτικές Πινακοθήκες στην Ελλάδα: Θεσσαλονίκη, Ρόδος, Μυτιλήνη, Καλαμάτα, Ηράκλειο Κρήτης, Ξάνθη, Λάρισα, Έδεσσα, Σέρρες, Καβάλα, Βέροια, Φλώρινα, Ζίτσα Ιωαννίνων, Μεσολόγγι, Σπάρτη, Λεωνίδιο, Κέα, Ελευσίνα, κ.α.
Στο εξωτερικό, έργα του βρίσκονται στη Δημοτική Πινακοθήκη του Λίνεν της Γερμανίας, στην World House Gallery της Νέας Υόρκης (30 πίνακες), κ.α. Τέλος, έργα του Γιώργου Σικελιώτη βρίσκονται σε διάφορες ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό.